Τα ΤΕΙ, η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και οι νέες ρυθμίσεις για τα ΤΕΙ
             

Ν. Βαρδής

Πρώην Καθηγητής και Πρόεδρος του ΤΕΙ Ηρακλείου και πρώην Ειδικός Γραμματέας ΤΕΙ του ΥΠΕΠΘ
 

Με τα πρόσφατα δημοσιεύματα για τις σχεδιαζόμενες αλλαγές στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, που αφορούν στο Εθνικό Απολυτήριο και στην αλλαγή του συστήματος επιλογής και εισαγωγής των υποψηφίων  στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, στο ενιαίο Λύκειο με τις τρείς κατευθύνσεις, στην αύξηση του αριθμού των εισακτέων σε ΑΕΙ και ΤΕΙ κ.α, δίνεται μια σχετικά πληρέστερη εικόνα του θεματικού φάσματος των σκοπουμένων επεμβάσεων του ΥΠΕΠΘ στο σώμα του εκπαιδευτικού μας συστήματος.
Βέβαια, τα δημοσιεύματα από την φύση τους δεν είναι  δυνατόν να αποτελέσουν  τη βάση για να εκτιμηθεί η προσδοκώμενη συνεισφορά των επεμβάσεων στη βελτίωση της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού μας συστήματος, πόσο μάλλον για να δοθεί σ’ αυτές η προσωνυμία «επανάσταση». Ομως, τα δημοσιεύματα αυτά δίνουν την ευκαιρία για άλλη μία φορά να γίνει η διαπίστωση ότι, ενώ γίνεται γενική αναφορά στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, η όποια ειδική μνεία αναφέρεται μόνο στα ΑΕΙ. Ετσι, δημιουργείται η βεβαιότητα ότι τα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΤΕΙ) δεν συμπεριλαμβάνονται στο πλαίσιο  της σχεδιαζόμενης  εκπαιδευτικής πολιτικής, αν και είναι αυτονόητο ότι τα εξαγγελθέντα μέτρα επηρεάζουν και το θεσμό της τεχνολογικής εκπαίδευσης, όπως π.χ. η αύξηση του αριθμού των εισακτέων αναμένεται να προκαλέσει μετακίνηση των σχετικά υψηλόβαθμων από τα ΤΕΙ στα ΑΕΙ δεδομένου ότι τα δεύτερα αποτελούν την πρώτη επιλογή. Ενω η δημιουργία και τεχνικής κατεύθυνσης στο ενιαίο Λύκειο  γεννά εύλογα ερωτηματικά σε σχέση  με τα ΤΕΙ κ.ο.κ.
Η μη αναφορά στα ΤΕΙ σημαίνει άραγε ότι η κατάσταση στο συγκεκριμένο χώρο του εκπαιδευτικού μας συστήματος θεωρείται τόσο ικανοποιητική  ή ότι οι προωθούμενες νέες ρυθμίσεις για τα ΤΕΙ , οι αποκληθείσες ως «λειτουργικές», συνιστούν εκπαιδευτική πολιτική;
Σήμερα στα ΤΕΙ φοιτούν περίπου ογδόντα χιλιάδες νέοι, γεγονός που αποτελεί αφ’ εαυτού μέγεθος κοινωνικού χαρακτήρα, που δεν μπορεί να αγνοείται κατά την χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής, ενώ όπως ο κ. Χρήστος Κάτσικας επισημαίνει σε έρευνα του («ΤΑ ΝΕΑ», Τρίτη, 24-6-1997) από τους εκατόν πενήντα χιλιάδες υποψηφίους ένας ελάχιστος αριθμός (μερικές εκατοντάδες) δηλώνουν τα ΤΕΙ σαν πρώτη προτίμηση, ενώ η πλειονότητα στρέφεται προς τα ΑΕΙ. Αυτό το γεγονός δείχνει ότι το κοινωνικού χαρακτήρα μέγεθος χαρακτηρίζεται από ένα πολύ σημαντικό εκπαιδευτικής υφής προβληματισμό ουσίας και όχι τύπου. Προβληματισμό που οδηγεί στην αρνητική για τα ΤΕΙ επιλογή ή διαφορετικά στην αναγκαστική αποδοχή τους.
Στο πλαίσιο αυτό γεννιόνται τα ακόλουθα ερωτήματα :
α) Συνεισφέρει στη λύση του ποιοτικής φύσεως προβλήματος επιλογής των ΤΕΙ η γενίκευση της χρησιμοποίησης του όρου Τριτοβάθμια Εκπαίδευση;
β) Συνεισφέρουν οι νέες «ρυθμίσεις για τα ΤΕΙ» στην επίλυση του παραπάνω προβλήματος;
Η απάντηση προϋποθέτει μία έστω σύντομη ανάλυση :
α) Ο όρος Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Οπως χρησιμοποιείται  ο όρος Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, συνήθως με ειδική αναφορά σε ΑΕΙ και ΤΕΙ, προκύπτουν πρακτικά οι ακόλουθες αρνητικές συνέπειες :
i)  συγκαλύπτεται το γεγονός ότι η μεταλυκειακή ή μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση στη χώρα μας δεν είναι ενός επιπέδου, αλλά υποδιαιρείται στην Ανώτατη και στην Ανώτερη Εκπαίδευση  που παρέχεται από αντίστοιχα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Σχετικός με το θέμα είναι ο Ν. 1351/1983 για την «Εισαγωγή Σπουδαστών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση» στο κείμενο του οποίου γίνεται αναφορά σε ΑΕΙ και Ανώτερες Σχολές.
ii)  συγκαλύπτεται το γεγονός ότι ο εν λόγω διαφορισμός δεν είναι τυπικός αλλά ουσιαστικός, αφού στο άρθρο 16, παρ. 5 του ισχύοντος Συντάγματος με τη διατύπωση «Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, με πλήρη αυτοδιοίκηση», δεν γίνεται αναφορά σε ιδρύματα, αλλά στο επίπεδο της παρεχόμενης εκπαίδευσης ή διαφορετικά στην ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης, από αντίστοιχα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Ιστορικά ο όρος «Τριτοβάθμια Εκπαίδευση» προέκυψε προφανώς από τον όρο «Τρίτη Βαθμίδα της Εκπαίδευσης» στην οποία ανήκουν και τα Κέντρα Ανώτερης Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (άρθρο 24 του Ν. 576/1977), τα οποία καταργήθηκαν με την ίδρυση των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων  στα οποία ενσωματώθηκαν (άρθρο 35 και 38 του Ν. 404/1983 για  τα ΤΕΙ).
Μετά τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι το καθεστώς Ανώτατης και Ανωτέρας Εκπαίδευσης, που δεν αφορά μόνο ΑΕΙ και ΤΕΙ, είναι υπαρκτό, αντανακλά ποιοτική διαφοροποίηση της παρεχόμενης εκπαίδευσης από τα αντίστοιχα ιδρύματα και αντανακλάται σε πρακτικά προβλήματα, όπως αυτό της οδηγίας 48/1989 της ΕΟΚ, των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων ΤΕΙ, των ετών σπουδών των ΤΕΙ κ.α. Aλλωστε, το πρόσφατο επαπειληθέν επεισόδιο για την απόκτηση από τους εκπαιδευτικούς των ΤΕΙ της ιδιότητας του δημοσίου Λειτουργού, είναι χαρακτηριστικό.
Συμπερασματικά, η χρησιμοποίηση  του όρου Τριτοβάθμια Εκπαίδευση δεν συνεισφέρει στη λύση του προβλήματος, εάν δε η πολιτεία θεωρεί ότι η πραγματικότητα της σημερινής διάρθρωσης της μεταλυκειακής εκπαίδευσης δεν εξυπηρετεί τις σημερινές γενικές συνθήκες και εξελίξεις, τότε η μόνη από κάθε άποψη παραδεκτή λύση είναι η ουσιαστική-ποιοτική ενιαιοποίηση της παρεχόμενης από τα ιδρύματα της βαθμίδας αυτής εκπαίδευσης με ταυτόχρονη διατήρηση των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών και στόχων που είναι η γενεσιουργός αιτία της ύπαρξής τους.
Η πραγματοποίηση όμως της ενιαιοποίησης προϋποθέτει την ύπαρξη θεσμοθετημένων κριτηρίων, συστήματος αξιολόγησης των ιδρυμάτων και πιστοποίησης. Με τον τρόπο αυτό θα αποφευχθεί το σημερινό καθεστώς της οιονεί καταχρηστικής χρησιμοποίησης του όρου Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και της σύγχυσης που προκαλείται από εκείνους που επιβιώνουν υπό το καθεστώς της συγκάλυψης της πραγματικότητας και όχι της αποκάλυψής της.
Οτι ακολουθεί, κατά την γνώμη μου αποτελεί και έμπρακτη βεβαίωση των παραπάνω.
β) Οι νέες ρυθμίσεις για τα ΤΕΙ
Γενικά, με το Ν.2413/1996 έγινε ένα πρώτο βήμα πολιτικής για την ουσιαστική αναβάθμιση των ΤΕΙ. Προς τούτο,
1.  Αυξήθηκαν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα διορισμού μελών του εκπαιδευτικού προσωπικού και ανατέθηκε η εκπαιδευτική διαδικασία, προγράμματα και κανονισμός σπουδών, στα ΤΕΙ και τα Τμήματά τους.
2.  Ενισχύθηκαν τα βασικά στοιχεία του θεσμού της Τεχνολογικής Εκπαίδευσης όπως είναι οργανωμένη στα ΤΕΙ, δηλαδή :
- η έμφαση στην εφαρμογή και
- η αμφίδρομη σχέση με τους τομείς της παραγωγής.
Οι προτεινόμενες από το ΥΠΕΠΘ «νέες ρυθμίσεις για τα ΤΕΙ», που όσον αφορά στα προσόντα διορισμού μελών Ε.Π. θα ισχύσουν αναδρομικά από τη δημοσίευση του Ν.2413/1996, αν και έχουν γίνει προκηρύξεις, αναφέρονται κυρίως σε θέματα εκπαιδευτικού προσωπικού και στα χαρακτηριστικά του θεσμού της τεχνολογικής εκπαίδευσης, κατά τρόπο αφαιρετικό, είναι δε συνοπτικά οι ακόλουθες :
1.  Γενικεύεται η χρησιμοποίηση του όρου Τριτοβάθμια Εκπαίδευση ως προς τα ιδρύματα και τους τίτλους σπουδών, δηλαδή αντί ΑΕΙ ή ΤΕΙ
2.  Διαγράφεται η απαίτηση για «Αναγνωρισμένο στην Ελλάδα διδακτορικό δίπλωμα ή τίτλο μεταπτυχιακών σπουδών» για διορισμό η εξέλιξη σε επόμενη βαθμίδα Ε.Π.
3.  Καταργείται η επαγγελματική πείρα, μετά τη λήψη διδακτορικού διπλώματος ή μεταπτυχιακού τίτλου, ως προσόν διορισμού και εξέλιξης.
4.  Η γνώση ξένης γλώσσας από υποχρεωτική μετατρέπεται σε συνεκτιμούμενο προσόν διορισμού.
5.  Επαναφέρεται η διδακτική πείρα σε ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σαν προσόν διορισμού, αφού θα αντικαθιστά πλέον μέρος της επαγγελματικής πείρας, που είχε καταργηθεί το 1989, γιατί δημιουργούσε καθεστώς προτίμησης προς τα μέλη  του έκτακτου εκπαιδευτικού προσωπικού και αποκλεισμού υποψηφίων με σημαντική εμπειρία στην παραγωγή.
6.  Καθιερώνεται η εσωτερική διαδικασία εξέλιξης των μελών του Ε.Π. των ΤΕΙ. Για το θέμα έχουν πρόσφατα γραφεί πολλά υπέρ ή κατά. Κατά την γνώμη μου το σύστημα αυτό ευνοεί τη φυσική και πνευματική ακινησία, ενώ καθιστά τον πρώτο διορισμό καθοριστικό για τον υποψήφιο γεγονός, με όλες τις συνέπειες πο αυτό συνεπάγεται, αφού σε σημαντικό βαθμό ταυτίζεται, σαν διαδικασία, ο διορισμός με την εν συνεχεία εξέλιξη.
7.  Καταργείται η απαιτούμενη επαγγελματική πείρα για την εξέλιξη των μελών Ε.Π, αφού ο μόνιμος εκπαιδευτικός ασκεί διδακτικό έργο. Επί του προκειμένου γεννάται η απορία γιατί ταυτόχρονα θεσμοθετείται εκπαιδευτική άδεια μέχρι τριών ετών, συνολικά, για απασχόληση σε χώρους εργασίας. Η εξέλιξη αποτελεί ευκαιρία τουλάχιστον για ένα μινιμουμ απαίτησης, π.χ. ενός έτους, να γίνεται χρήση της δυνατότητας αδείας προ της εξέλιξης.
8.  Δεν διευκρινίζεται ποιές διατάξεις του σχετικού άρθρου, για τα προσόντα του Ε.Π., ισχύουν σε περίπτωση εξέλιξης μελών Ε.Π. σε επόμενη βαθμίδα. Ισχύουν οι προ του 1996 διατάξεις ή αυτές του 1996 καθώς και οι νέες. Στην πρώτη περίπτωση απαιτείται μεταπτυχιακός τίτλος, ενώ στη δεύτερη διδακτορικό δίπλωμα για την βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή ΤΕΙ.
9.  Νομιμοποιείται (;) το σύστημα Franchising, δηλαδή το σύστημα το οποίο αφορά στη συνεργασία ενός ΑΕΙ της αλλοδαπής με ένα ίδρυμα εσωτερικού που δεν ανήκει στα ΑΕΙ, αλλά οδηγεί στη χορήγηση τίτλου σπουδών από το πρώτο σε σπουδαστή του δεύτερου. Είναι το σύστημα που ακολουθούν τα Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών, αλλά και ορισμένα Τμήματα των ΤΕΙ σε μεταπτυχιακό επίπεδο, το οποίο καταψηφίζει παγίως  η χώρα μας σε αρμόδια επιτροπή που συνέρχεται στις Βρυξέλλες.
 Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι με το Ν.2327/1995 για το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας ρυθμίζονται τα των μεταπτυχιακών σπουδών των αποφοίτων ΤΕΙ.
10.  Καταργείται η συμμετοχή και έκφραση γνώμης εκπροσώπου φορέα της παραγωγής στην Επιτροπή Προγράμματος κάθε Τμήματος ΤΕΙ, κατά την κατάρτιση του προγράμματος σπουδών. Αυτό όταν στον ιδρυτικό νόμο των ΤΕΙ επιτάσσεται η αμφίδρομη σχέση των ΤΕΙ με τους τομείς της παραγωγής προς όφελος των νέων που σπουδάζουν και όχι μόνο.
11.  Συνεκτιμάται η προηγούμενη εκπαιδευτική προϋπηρεσία των Συνεργατών, πρώην έκτακτο εκπαιδευτικό προσωπικό, στο ίδιο ή σε άλλο ΤΕΙ κατά την επιλογή για πρόσληψη, ενώ αυξάνεται σε επίπεδο πλήρους απασχολήσεως ο αριθμός των ωρών διδασκαλίας του προσωπικού αυτού, αν και έχουν προϋπάρξει προσφυγές για μονιμοποίηση των εκτάκτων.
12.  Καταργείται σαν κλάδος το Ειδικό Εκπαιδευτικό Προσωπικό (Ξένων Γλωσσών) και τα μέλη του εντάσσονται στο Ε.Π. των ΤΕΙ και σε Τμήματα αυτών. Το Γενικό Τμήμα Ξενών Γλωσσών καταργείται.
 Στην περίπτωση αυτή υπήρχε οικονομικής φύσεως πρόβλημα όχι όμως λειτουργικό. Με τη νέα ρύθμιση θα υπάρξουν λειτουργικά προβλήματα. Θα ήταν δυνατό να ευρεθεί σωστή λύση.
Από  όλα τα παραπανώ πιστεύω ότι βγαίνουν αβίαστα τα ακόλουθα συμπερασμάτα :
α) Δεν υπάρχει πολιτική για τα ΤΕΙ.
β) Η χρησιμοποίηση του όρου Τριτοβάθμια Εκπαίδευση συγκαλύπτει την έλλειψη πολιτικής για τα ΤΕΙ, ενώ δημιουργεί προϋποθέσεις καιροσκοπισμού.
γ) Οι νέες ρυθμίσεις για τα ΤΕΙ
- τονίζουν την έλλειψη σχετικής πολιτικής.
- εξασθενίζουν τα θεσμικά χαρακτηριστικά των ΤΕΙ και τα προσόντα διορισμού μελών του Ε.Π. ΤΕΙ.
- ενισχύουν τις πελατειακές σχέσεις.
Αυτά σε μια περίοδο που έχει καλλιεργηθεί η προσδοκία σημαντικής βελτίωσης του μισθολογίου των μελών του εκπαιδευτικού προσωπικού των ΤΕΙ και θα ήταν δυνατό να  βελτιωθούν πιο πολύ τα προσόντα  διορισμού μελών Ε.Π. και να προσελκυσθούν ικανοί επιστήμονες, αντί να μειωθούν, όπως γίνεται ποικιλοτρόπως με τις νέες ρυθμίσεις.
Το ερώτημα είναι, ποιός σκέπτεται τους νέους που φοιτούν στα ΤΕΙ, όταν αυτός ο χώρος εκπαίδευσης τείνει να μετατραπεί  σε χώρο ευκολιών και  διευκολύνσεων;
Αυτά τα γράφω με μεγάλη λύπη και θα είμαι ευτυχής αν κάποιος με πειστικό τρόπο τα αντικρούσει ως εσφαλμένα.